Όρος: | ηλεκτρικά | |
Ορισμός: | ονομάζονται όσα σώματα έχουν ηλεκτρική δύναμη, όσα δηλαδή τριβόμενα έλκουν και απωθούν. Διακρίνονται στα αυτοηλεκτρικά (γυαλί, θείο, κερί, τερεμινθίνη ρητίνη, κόμμι, μαστίχη κ.λπ.) και 2) στα κατά μετοχήν ηλεκτρικά – ετεροηλεκτρικά (μέταλλα, ζώα κ.λπ.) Η ηλεκτρική δύναμη χαρακτηρίζεται ως ελκτική, απωστική, φωτιστική, σπινθηριστική. Μοιάζει με το πυρ της αστραπής και εκπεμπόμενη από τα ηλεκτρικά σώματα ελευθερώνει οσμή θείου ή σκόρδου, ενώ ο σπινθήρας της είναι λευκός, πορτοκαλόχρωμος, πορφυρός κ.λπ., αναλόγως του σώματος προέλευσής του. | |
Εμφανίσεις του όρου "ηλεκτρικά"σε κείμενα: | ||
|