Όρος: | φθορά | |
Ορισμός: | όρος της αριστοτελικής φιλοσοφίας που δηλώνει τη μετάβαση του όντος στην κατάσταση του μη όντος, τη μεταβολή από την ουσία στη μη ουσία (στη δυνάμει κατάσταση της ύλης). Η ύλη αποτελεί το υλικό αίτιο της γένεσης – φθοράς και της αιωνιότητάς της., γιατί μπορεί να λάβει διάφορες ουσιακές μορφές. Η φθορά, όπως και η γένεση αποτελούν κινήσεις της ουσίας, όψεις της μεταβολής της. Ενώ η ύπαρξη στο σύνολό της φαίνεται ότι φθίνει, καθώς τα πράγματα περνούν από την κατάσταση του όντος στο μη ον, από το πρότερο στο ύστερο, η φθορά δεν ταυτίζεται με το μη ον και η αιωνιότητα της γένεσης δεν αναιρείται, απλώς το ον περνάει σε μια κατάσταση δυνατότητας που δεν γίνεται από την αίσθηση αντιληπτή. | |
Εμφανίσεις του όρου "φθορά"σε κείμενα: | ||
|